Την ένοπλη εξέγερση των Ελλήνων ξεκίνησαν και τελείωσαν δυο πρίγκιπες, οι οποίοι ήταν και αδέλφια: ο αρχηγός της Φιλικής Εταιρείας, πρίγκιπας Αλέξανδρος Υψηλάντης, που κήρυξε την έναρξή της στο Ιάσιο της Μολδοβλαχίας, (περιοχή που σήμερα ανήκει στη Ρουμανία), στις 22 Φεβρουαρίου του 1821 και ο πρίγκιπας Δημήτριος Υψηλάντης, που έδρασε στον ελλαδικό χώρο από το 1821, δίνοντας την τελευταία, νικηφόρα, μάχη εναντίον των Τούρκων, στην Πέτρα της Βοιωτίας, στις 12 Σεπτεμβρίου του 1829.
Οι απαρχές του ελληνικού εθνικού κινήματος βρίσκονται στη Συνθήκη Κιουτσούκ-Καϊναρτζή, κατά την οποία εκδηλώθηκε η ρωσική προστασία επί όλων των χριστιανικών πληθυσμών της οθωμανικής επικράτειας και κυρίως της Βαλκανικής, παράλληλα με την ώριμη φάση του νεοελληνικού Διαφωτισμού, περί το 1800. Η επανάσταση οργανώθηκε από μία συνωμοτική οργάνωση τη Φιλική Εταιρεία, που ιδρύθηκε το 1814 στην Οδησσό από τρεις Έλληνες εμπόρους.
Οι πρωτεργάτες της επαναστατικής ιδέας είχαν επηρεαστεί από το έργο του εθνεγέρτη Ρήγα Φεραίου, ο οποίος οραματίστηκε μια πανβαλκανική εξέγερση όλων των λαών της χερσονήσου για την αποτίναξη του οθωμανικού ζυγού και για αυτό τον λόγο επέλεξαν να ξεκινήσουν την επανάσταση από τις παραδουνάβιες αυτόνομες ηγεμονίες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, όπου διαβίωναν διάφορες χριστιανικές, κατά ομιλούσα γλώσσα "εθνότητες".
Οι Φιλικοί προκειμένου να ενισχύσουν το φρόνημα του πληθυσμού, άφησαν εντέχνως να διαφαίνεται ότι πίσω από την κινητοποίησή τους κρυβόταν κάποια χριστιανική υπερδύναμη της εποχής και συγκεκριμένα η τσαρική Ρωσία, αφού στην προκήρυξή του, που εξέδωσε στις 22 Φεβρουαρίου 1821, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης αναφέρει κατά γράμμα:
«Κινηθήτε, ω φίλοι, και θέλετε ιδή μίαν Κραταιάν δύναμιν να υπερασπισθή τα δίκαιά μας!»
Τούτο ήταν αληθές πλην όμως η κατ΄ αυτό τον τρόπο δημοσιοποίηση της ηθικής υποστήριξης εξανάγκασε τον τσάρο Αλέξανδρο Α΄, που συμμετείχε τον καιρό εκείνο στην Ιερά Συμμαχία, πληροφορηθείς την έκρηξη του κινήματος στη Μολδοβλαχία, μετά και τον αφορισμό εκ μέρους του Πατριάρχη Κωνσταντινούπολης Γρηγορίου του Ε΄, να αποδοκιμάσει δημόσια την ενέργεια του αξιωματούχου του και να τον καθαιρέσει. Στις προσεκτικά διατυπωμένες ανακοινώσεις τους προς τις ευρωπαϊκές αυλές, οι Έλληνες φρόντισαν πάντα να προσδίδουν στον ξεσηκωμό τους καθαρά εθνικό-απελευθερωτικό χαρακτήρα (κι όχι κοινωνικό-ανατρεπτικό).
Την άνοιξη του 1821 οι Φιλικοί δημιούργησαν πολλές επαναστατικές εστίες από τη Μολδοβλαχία μέχρι την Κρήτη, ενώ στα αρχικά τους σχέδια περιλαμβανόταν και εξέγερση του χριστιανικού πληθυσμού της Πολης, όπως και η πυρπόληση μέρους της πόλης, με στόχο να καταφέρουν τη δολοφονία ακόμη και του ίδιου του Σουλτάνου, όταν θα έσπευδε προς το σημείο με την ακολουθία του. Ωστόσο, αυτό το μεγαλεπήβολο σχέδιο δεν κατέστη δυνατό να εφαρμοσθεί. Οι περισσότερες από τις επαναστατικές εστίες της ηπειρωτικής Ελλάδας έσβησαν σε σύντομο χρονικό διάστημα λόγω της κινητοποίησης ισχυρότατων τουρκικών στρατευμάτων, όμως οι επαναστάτες κατάφεραν να υπερισχύσουν στην Πελοπόννησο, τη Στερεά Ελλάδα και σε πολλά νησιά του Αιγαίου και να κατανικήσουν τις στρατιές που έστειλε εναντίον τους τα δύο επόμενα χρόνια ο Σουλτάνος Μαχμούτ Β΄.
Οι Έλληνες οργανώθηκαν πολιτικά και συνέστησαν προσωρινή κεντρική διοίκηση, η οποία επέβαλε την εξουσία της στους επαναστατημένους μετά από δύο εμφυλίους πολέμους. Οι οθωμανικές δυνάμεις με τη συνδρομή του Ιμπραήμ πασά της Αιγύπτου κατάφεραν να περιορίσουν σημαντικά την επανάσταση, αλλά η πτώση του Μεσολογγίου, το 1826, σε συνδυασμό με το κίνημα του Φιλελληνισμού, συνέβαλαν στη μεταβολή της διπλωματικής στάσης των ευρωπαϊκών μεγάλων δυνάμεων, που είχαν αντιμετωπίσει με δυσαρέσκεια το ξέσπασμα της επανάστασης.
Η διπλωματική ανάμιξη της Αγγλίας (ήταν η πρώτη από τις μεγάλες δυνάμεις που αναγνώρισε τους Έλληνες ως εμπόλεμο έθνος δια του πρωθυπουργού της Γεωργίου Κάνινγκ τον Απρίλιο του 1826), της Γαλλίας (η οποία απέστειλε στην Πελοπόννησο εκστρατευτικό σώμα υπό το στρατηγό Nicolas Maison) και της Ρωσίας (που δια του Τσάρου της πρότεινε στα 1824 ένα "Τριπλό Σχέδιο" επίλυσης της ελληνοτουρκικής διένεξης[6] [7]) και η ένοπλη παρέμβασή τους με τη ναυμαχία του Ναυαρίνου και το ρωσοτουρκικό πόλεμο συνέβαλαν στην επιτυχή έκβαση του αγώνα των Ελλήνων, αναγκάζοντας την Πύλη να αποσύρει τις δυνάμεις της αρχικά από την Πελοπόννησο και έπειτα από τη Στερεά Ελλάδα.
Μετά από μια σειρά διεθνών συνθηκών από το 1827 και εξής, η ελληνική ανεξαρτησία αναγνωρίστηκε από την Υψηλή Πύλη στις 27 Μαρτίου του 1830 και τα σύνορα του νέου κράτους οριστικοποιήθηκαν το 1832. Ο "διακανονισμός της Κωνσταντινούπολης"που υπογράφτηκε τον ίδιο χρόνο στο "Καλεντέρ Κιοσκ" της τότε πρωτεύουσας του Οθωμανικού κράτους ήταν η τελική διπλωματική πράξη για τον ελληνικό αγώνα.
Παρά τις μεγάλες ανθρώπινες θυσίες, το κράτος που προέκυψε ήταν περιορισμένο σε στενά όρια και δεν περιλαμβάνονταν σε αυτό σημαντικά εδαφικά τμήματα που κατοικούνταν από χριστιανικούς πληθυσμούς. Ως πολίτευμα καθορίσθηκε η μοναρχία, με πρώτο ηγεμόνα το βαυαρό πρίγκιπα του οίκου των Σαξ-Κοβούργων Λεοπόλδο, ο οποίος, ωστόσο, δεν αποδέχθηκε την ενθρόνισή του λόγω των δυσμενών οικονομικών συνθηκών και της μη ικανοποίησης από τις τρεις εγγυήτριες δυνάμεις των όρων που έθεσε. Εν συνεχεία, ο Ιωάννης Καποδίστριας έγινε ο πρώτος "Κυβερνήτης" του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους. Το σύνθημα της επανάστασης, «Ελευθερία ή θάνατος», έγινε το εθνικό σύνθημα της Ελλάδας και από το 1838 η 25η Μαρτίου, επέτειος εορτασμού της έναρξής της επανάστασης, καθιερώθηκε ως ημέρα εθνικής εορτής και αργίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Γράψτε το σχόλιο σας και πατήστε "Δημοσίευση σχολίου" παρακάτω. Αν θέλετε να γυρίσετε πίσω στο blog ακολουθήστε τον σύνδεσμο.
<<Επιστροφή στο blog